Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2015

Άξιον εστίν το αποταμιεύειν, από τη Ζηνοβία Αντιδώρου

Η Ζηνοβία Αντιδώρου σπούδασε θέατρο, κινηματογράφο και διαχείριση του πολιτισμού, αντικείμενα ολίγον ελιτίστικα. Εσχάτως άρχισε να ντρέπεται γι’αυτό. Για να εξιλεωθεί, ζει απομονωμένη σε μοναστηριακό δώμα στο Όρος Άθως μεταμφιεσμένη σε άντρα. Μετράει τουλάχιστον οχτώ θλιμμένους κόμπους την ημέρα. Τρέφεται με λουκούμια, τάρτες κυδώνι και μαρμελάδα μύρτιλλο.




_____________________________________________________________________________
 Si les riches ne depensent pas beaucoup, les pauvres mourront de faim.” Montesquieu
Μτφ: “Αν οι πλούσιοι δεν ξοδέψουν πολύ, οι φτωχοί θα πεθάνουν από την πείνα”

Οι γονείς μου μου έμαθαν να κάνω οικονομία. Φασούλι το φασούλι, γεμίζει το σακούλι. Γιατί η καταραμένη οικονομία είναι πράγμα αγαθό. Πράγμα στενόχωρο για όσους αρέσκονται στα όμορφα πράγματα. Στα λούσα. Στα μπιχλιμπίδια. Φερ’ ειπείν, η στιγμή εκείνη που η καρδιά μου βούτηξε στα τάρταρα, γιατί η ροζ γόμα σε σχήμα αρκουδάκι μου απαγορεύτηκε ρητά -επειδή δε τη χρειαζόμουν. Ήταν χάρμα οφθαλμών εκείνη η ροζ γόμα. Η πρώτη μου θλίψη.

Κάπως έτσι έμαθα τη λέξη αναγκαίος. Έμαθα ότι το σωστό είναι να ανοίγουμε το πορτοφόλι μας μόνο για το πραγματικά αναγκαίο. Όχι για το κέφι μας. Για το γούστο μας. Ζωή ασκητική, όπως οι Σπαρτιάτες –η μητέρα λάτρευε τα διδάγματα του σπαρτιάτικου τρόπου ζωής. Εκεί οι αυριανοί πολεμιστές από παιδιά έπρεπε να κοιμούνται επάνω σε μια ξύλινη σανίδα, για να σκληραγωγηθούν.

Το ιδιότυπο σύστημα οικονομίας της οικογένειας περιελάμβανε δωρεές και ελεημοσύνες. Μια καρδιά με περίσσευμα καλοσύνης, ξέρει να ξεχωρίσει το πραγματικά αναγκαίο από το περιττό. Να σημειώσω πώς η τσιγκουνιά δεν πρέπει να συγχέεται με την οικονομία. Τσιγκούνης είναι αυτός που δε δίνει του αγγέλου του νερό, εμείς στην οικογένειά μας στερούσαμε κυρίως από τους εαυτούς μας. Απλοχεριά στο αγαπάτε αλλήλους.

Σχολικές διακοπές. Χριστουγεννιάτικες, ήταν, τότε που μυήθηκα στα οφέλη της αποταμίευσης. Μου δωρίστηκε κόκκινος κουμπαράς, επτασφράγιστος. Τα κλειδιά του κρατούσε κάποιος βλοσυρός ταμίας στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Εκεί, λέει, θα έβαζα ό,τι μάζευα από τα κάλαντα των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων. Ήταν, ομολογουμένων, γερή μπάζα. Αγοράζαμε σοκοφρέτες με τ’αδέρφια μου, εξόν τα κεράσματα: ροξάκια, μελομακάρονα, κουραμπιέδες και σοκολατάκια Τζοκόντα. Τις λιχουδιές επιτρεπόταν να τις χαρούμε. Τα λεφτά δεν μας ανήκαν, τα λεφτά ανήκαν στον κουμπαρά ο οποίος θα ανοιγόταν στο τέλος της χρονιάς. Μετρούσαμε περήφανα τις αποταμιεύσεις μας. Όποιος είχε βάλει στην άκρη περισσότερο λεφτά ήταν ο νικητής. Μαζί και ο πιο στερημένος, αλλά αυτό δε το λογαριάζαμε. Ή δεν το είχαμε σκεφτεί; Μετά καθαρογράφαμε το ποσό, πόσα κατοστάρικα, πόσα χιλιάρικα, πόσα πεντοχίλιαρα και τα δίναμε στον μπαμπά να τα καταθέσει στο λογαριασμό που είχε ανοίξει στ’ όνομά μας ήδη από τότε που είχαμε γεννηθεί.

«Έτσι αγοράσαμε σπίτι», λέει η μαμά. «Έτσι καταφέραμε να σας μεγαλώσουμε. Έτσι σε στείλαμε στην Αγγλία». Έτσι τα έκαναν όλα. Ξοδεύοντας με σύνεση. Σχεδόν με αυταπάρνηση. Δε λέω, τους ευχαριστώ, που μου θύμιζαν σε κάθε παράλογη απαίτησή μου ότι «δεν ήμουνα η κόρη του Ωνάση». Αλήθεια έλεγαν. Δεν ήμουν.

Το συνετό ξόδεμα πόρων είναι ζαλισμένο κοτόπουλο. Καβούρι με δέκα δαγκάνες. Πολύωρη πιεστική ακινησία σε λεωφορείο χωρίς τουαλέτα. Τσαντάκια που πρέπει σώνει και ντε να χωρέσουν σε άλλες τσάντες. Κι αυτές οι άλλες τσάντες θα πρέπει να μην παραφουσκώσουν πέρα από συγκεκριμένες διαστάσεις. Φάγαμε τα νιάτα μας μεγιστοποιώντας το χώρο και τελειοποιώντας μεταφορικές μεθόδους. Με λίγα λόγια, ρισκάροντας. Τέτοιο ήταν το δικό μας «ζειν επικινδύνως». Να κάνουμε το παν για να γλιτώσουμε ένα εικοσάευρω. Μια μικρή προσωπική νίκη που ανοίγει το δρόμο για μια δημόσια.

Μέχρι που έσκασα από την πολλή σύνεση και τον ψυχαναγκασμό. Γιατί η σπατάλη είναι ωραία. Είναι μια παχουλή κυρία ροδαλή και νυσταγμένη. Η σπατάλη είναι ντυμένη ζεστά και χουχουλιάζει σε ένα τζάκι που τριζοβολάει. Είναι τρίγωνο Πανοράματος και γεμιστό τσουρέκι και αβοκάντο και χουρμάδες μετζούλ τριάντα ευρώ το κιλό. Είναι premium και exclusive και complementary. Δόκανο κρυμμένο στο δάσος η αγαπημένη μου σπατάλη. Ζω προσπαθώντας να ισορροπήσω τις αντιφατικές μου τάσεις, να σκοτώσω τη Μαντάμ Σουσού μέσα μου. Έστω να τη συνετίσω, βρε αδερφέ. Κυνηγώντας την με έναν κόκκινο κουμπαρά του οποίου δεν ξέρω ποιος κρατάει το κλειδί.


Πηγή: http://www.bibliotheque.gr/article/51059










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου